title image

Το σύστημα αποθήκευσης ενέργειας είχε τεθεί σοβαρά επί τάπητος, ήδη, από το 2014, όταν η Κομισιόν ανακοίνωνε το Ενεργειακό Σχέδιο με τους στόχους για το 2030. Άλλωστε χωρίς την ορθολογική και αποδοτική του διαχείριση, δεν δύναται ισορροπία στο ηλεκτρικό σύστημα, που θα στηρίζεται σε ΑΠΕ, το ενεργειακό αποτύπωμα κτιρίων, τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και άλλες καινοτομίες. Στο πλέγμα στόχων, λοιπόν, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ένταξη των κτηρίων Σχεδόν Μηδενικής Κατανάλωσης Ενέργειας (Nearly Zero Energy Buildings – NZEBs) στο κτιριακό απόθεμα. Τα NZEBs χαρακτηρίζονται από μειωμένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ παράλληλα οι περισσότερες από τις ενεργειακές τους ανάγκες καλύπτονται τοπικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και κυρίως από Φωτοβολταϊκά. Συνεπώς, καθίσταται επιτακτική ανάγκη η αναβάθμιση του συστήματος αποθήκευσης, ώστε να εκτελεί παράλληλα κι άλλες προβλεπόμενες λειτουργίες.
Μια πρώτη απόπειρα εκτίμησης της νέας εποχής ηλεκτρικής ενέργειας αποτελείται από το ευρωπαϊκό ερευνητικό έργο PV-ESTIA, σε Ελλάδα, Κύπρο, Βουλγαρία και Σκόπια, με εργασίες από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ. Το εγχείρημα αυτό,όπως ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 2018, επιδιώκει την προώθηση της ενσωμάτωσης φωτοβολταϊκών συστημάτων και συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας σε εμπορικά κτήρια και κτήρια κατοικιών και δημοσίου συμφέροντος διευκολύνοντας έτσι τη μετατροπή τους σε κτήρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας (Nearly Zero Energy Buildings – NZEBs).
Πρόκειται επί της ουσίας για δύο projects, που αλληλοσυνδέονται και αφορούν το έργο StoRES, στο πλαίσιο του προγράμματος «Interreg Balkan-Med», που επιδιώκει τον σχεδιασμό μιας βέλτιστης πολιτικής με στόχο την αποδοτική ενσωμάτωση φωτοβολταϊκών στοιχείων και συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (ΣΑΕ) στο ηλεκτρικό δίκτυο. Το πρώτο project αφορά την επέκταση εφαρμογής φωτοβολταϊκών συστημάτων σε καταναλωτές, με τη χρήση μπαταριών αποθήκευσης ενέργειας για όλους, ενώ το δεύτερο επαυξάνει την αποθήκευση ενέργειας σε κτήρια με εγκατεστημένα φωτοβολταϊκά στοιχεία. Οι πιλοτικές εγκαταστάσεις έχουν επιλεγεί προσεκτικά, με σκοπό να εξεταστεί, αν και με ποιο τρόπο, η διαστασιολόγηση των ΣΑΕ και οι διάφορες γεωγραφικές συνθήκες επηρεάζουν την απόδοση του προτεινόμενου καινοτόμου συστήματος διαχείρισης. Τα πρώτα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν σε διεθνή ημερίδα 5/12/2019 καταδεικνύοντας ελλείψεις σε κανονιστικά πλαίσια, ενημέρωση εμπλεκόμενων φορέων, έλλειψη υλοποιήσιμων στρατηγικών σε οικιακό και τριτογενή τομέα, ανάγκη δημιουργίας σε πλαίσια-κίνητρα για τεχνικούς και επενδυτές.
Κάπως έτσι, γίνεται αντιληπτή η ανησυχία του βιομηχανικού τομέα, ότι στην αγορά πρέπει, να γίνονται επενδύσεις βιώσιμες. Άλλωστε, είναι ανάγκη, να διασφαλίζεται η δυνατότητα για ένα σύστημα BESS (Battery Energy Storage Systems) να εκτελεί διαφορετικές λειτουργίες και να συμμετάσχει σε διαφορετικές αγορές ενέργειας (day-ahead, intraday market ή capacity market) σε επίπεδο Ρυθμιστή και Διαχειριστή Ενέργειας.

Μια τέτοια υπηρεσία είναι το λεγόμενο capacity firming, μια εκ των λειτουργιών ενός συστήματος BESS. Το σύστημα αποθήκευσης συνδράμει είτε με το να απορροφά είτε να αποθηκεύει την ενέργεια και να καλύπτει αυτές τις διαφορές. Πρόκειται για ένα εργαλείο κρίσιμης σημασίας για τους συμμετέχοντες στην αγορά με χαρτοφυλάκια ΑΠΕ, δεδομένου ότι οι όποιες αποκλίσεις επιφέρουν επιβαρύνσεις, οι οποίες, μάλιστα, θα βαίνουν αυξανόμενες με το πέρασμα του χρόνου και την περαιτέρω ωρίμανση της αγοράς. Άλλες χρήσιμες επικουρικές υπηρεσίες που δεν αφορούν μονάχα της ΑΠΕ αλλά εν γένει το ηλεκτρικό σύστημα είναι η ρύθμιση της συχνότητας και της τάσης (frequency regulation, voltage regulation, black start) ή συνιστούν έναν αξιόπιστο και ανταγωνιστικό τρόπο απελευθέρωσης ηλεκτρικού χώρου στο δίκτυο.

Στην κατεύθυνση αυτή κινείται συνολικά η Ευρώπη , δυναμικά, λόγω της καθυστερημένης ανάπτυξης πρωτοβουλιών. Συγκεκριμένα, στον κλάδο της κατασκευής μπαταριών, οι οποίες θα χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αλλά και σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, και σε πολλούς άλλους τομείς, διαφαίνεται σουηδική δραστηριότητα. Με χρηματοδότηση ύψους 1 δισ. ευρώ από τη Volkswagen, την Goldman Sachs και την Ikea, το νέο εργοστάσιο της Northvolt στην κεντρική Σουηδία, το οποίο αναμένεται να ξεκινήσει την παραγωγή μέχρι το τέλος του έτους. Αν και θα αποτελέσει το πρώτο μεγάλο ευρωπαϊκό εργοστάσιο παρασκευής μπαταριών για τη Northvolt, πρόκειται απλώς για ένα πρώτο βήμα, αφού απώτερος στόχος είναι η ανέγερση ακόμη μεγαλύτερου εργοστασίου έως το 2024, το οποίο θα παράγει αρκετές μπαταρίες για περίπου 500.000 έως 600.000 οχήματα ετησίως. Άλλωστε ο διεθνής ανταγωνισμός είναι μεγάλος.
Αυτή τη στιγμή, η παγκόσμια αγορά μπαταριών κυριαρχείται από την ιαπωνική Panasonic, τη νοτιοκορεατική Samsung, τις κινεζικές CATL και BYD, ενώ φυσικά δεν μπορεί να λείπει από την εξίσωση η αμερικανική Τesla. Η Ευρώπη συνεισφέρει μόνο 3% στην παγκόσμια αγορά και εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις εισαγωγές μπαταριών. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους αυστηρούς κανόνες σχετικά με την εκπομπή αέριων ρύπων και συνεπώς την αυξημένη παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, η κατασκευή μπαταριών στην Ευρώπη είναι πλέον επιτακτική ανάγκη. Μεγάλη πίεση δε, άσκησε στην Ευρώπη και η ανακοίνωση της Tesla, για ανέγερση νέου εργοστασίου κοντά στο Βερολίνο.
Στο δια ταύτα όμως, οι τιμές των μπαταριών υποχωρούν και θα υποχωρούν ως το 2024, όταν θα αυξάνονται.
Η μείωση φέτος προβλέπεται, να στηριχθεί στο αυξημένο μέγεθος των συστημάτων, στην άνοδο των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων και στη διείσδυση των καθοδίων υψηλής πυκνότητας. Επίσης, η εισαγωγή νέων σχεδίων μπαταριών και η μείωση του βιομηχανικού κόστους αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση της τιμής βραχυπρόθεσμα. Η τιμή των μπαταριών διεθνώς προβλέπεται, να υποχωρήσει από τα 156 δολάρια ανά κιλοβατώρα φέτος σε 100 δολάρια το 2023, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της BNEF. Αξιοσημείωτο είναι, ότι η τιμή ήταν στα επίπεδα των 1.100 δολαρίων το 2010, δηλαδή έχει υποχωρήσει κατά 87% έκτοτε. Ωστόσο, εκτιμάται εκτιμά ότι, η ζήτηση θα ξεπεράσει τις 2 τεραβατώρες το 2024 και η τιμή των 100 δολαρίων θεωρείται επαρκής, ώστε τα ηλεκτρικά οχήματα ειδικά, να γίνουν ευθέως ανταγωνιστικά προς τα συμβατικά.